Χαιρημων

Χαιρημων
    Χαιρήμων
    -ονος ὅ Херемон
    1) афинский драматург-трагик 1-й половины IV в. до н.э. Arst.
    2) родом из Александрии, философ-стоик, историк и грамматик, учитель Нерона Anth.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "Χαιρημων" в других словарях:

  • Χαιρήμων — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χαιρήμων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός, γιος του Χαρικλέα. Αποβιβάστηκε στη Μεθώνη το 416 π.Χ., ως αρχηγός στόλου στα παράλια της Μακεδονίας, για να χτυπήσει τον Περδίκκα. Η σύγκρουση όμως ματαιώθηκε γιατί μεσολάβησε η συνδιαλλαγή των… …   Dictionary of Greek

  • Χαιρήμονα — Χαιρήμων masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χαιρήμονι — Χαιρήμων masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χαιρήμονος — Χαιρήμων masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Херемон — (др. греч. Χαιρήμων)  древнегреческое мужское имя. Херемон (поэт)  афинский поэт первой половины IV века до н. э. Херемон Александрийский (др. греч. Χαιρήμων ο Αλεξανδρεύς)  стоический философ, историк и филолог I века… …   Википедия

  • ХЕРЕМОН —     ХЕРЕМОН (Χαιρημών) Александрийский (1 в. н. э.), философ стоик. По происхождению, вероятно, египтянин. Согласно Суде (test. 4 van der Horst), X. был учителем грамматика Дионисия Александрийского и некоторое время, возможно, преподавал в… …   Античная философия

  • μίμηση — η (ΑΜ μίμησις) [μιμούμαι] 1. το να μιμείται κανείς κάποιον ή κάτι, απομίμηση, σε αντιδιαστολή προς την πρωτοτυπία («καὶ τυραννίδος μᾱλλον ἐφαίνετο μίμησις ἡ στρατηγία», Θουκ.) 2. το έργο που προέρχεται από απομίμηση, ομοίωμα («το έργο αυτό δεν… …   Dictionary of Greek

  • χαιρημόνειος — α, ον, Α [Χαιρήμων, ονος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Χαιρήμονα, τραγικό ποιητή και ιστοριογράφο …   Dictionary of Greek

  • Αλφεσίβεια — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του βασιλιά της Φηγίας της Ακαρνανίας, σύζυγος του Αλκμαίωνα. Αναφέρεται και ως Αρσινόη. Στη Φηγία κατέφυγε o Αλκμαίων μετά τον φόνο της μητέρας του. Εκεί παντρεύτηκε την Α. και της δώρισε, ανάμεσα σε άλλα, και …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»